Ξαφνικά η Ελλάδα, ο πιο καλός μαθητής της «πράσινης» πολιτικής, δεν τάχθηκε υπέρ του στόχου μείωσης των εκπομπών κατά 90% έως το 2040, στο Συμβούλιο Υπουργών Περιβάλλοντος που έγινε στις Βρυξέλλες στις 25 του Μάρτη. Σύμφωνα με το Euractiv, τρεις χώρες ήταν κατά και άλλες δεκατρείς ζήτησαν πρόσθετες παραχωρήσεις. Ο Γενικός Γραμματέας Φυσικού Περιβάλλοντος και Υδάτων του Υπουργείου «Περιβάλλοντος», Πέτρος Βαρελίδης, εκπροσωπώντας τον Υπουργό Θεόδωρο Σκυλακάκη στην τοποθέτηση του ανέφερε: «Σήμερα παρατηρείται ένα κενό ανάμεσα στις πολιτικές κλιματικής ουδετερότητας και την άποψη που έχει η κοινωνία για τη μετάβαση, το οποίο πρέπει να γεφυρωθεί. Ορισμένοι πιστεύουν ότι το κλίμα και η μετάβαση είναι για τους πλούσιους ή από την άλλη ότι υπονομεύουμε την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας μας. Σε ορισμένες περιπτώσεις όντως αυτό κάνουμε… Επίσης, χρειάζεται να πείσουμε τους άλλους ρυπαντές ανά τον πλανήτη. Δεν έχει νόημα να ενισχύουμε την κλιματική φιλοδοξία αλλιώς γιατί επιδεινώνουμε την ανταγωνιστικότητά μας. Η αναπτυσσόμενη οικονομία και οι κλιματικές πολιτικές πρέπει να πηγαίνουν χέρι-χέρι.».[1]
Ο Γενικός Γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτών Πόρων του Υπουργείου «Περιβάλλοντος» Αριστοτέλης Αϊβαλιώτης εξήγησε αναλυτικότερα, στο Συνέδριο «5ο Power & Gas Forum», στις 28 Μαρτίου, τους λόγους του Ελληνικού όχι, τονίζοντας ότι οι υπερβολικά φιλόδοξοι στόχοι τριών νέων Οδηγιών συνεπάγονται τεράστια κόστη και ότι «η νέα Επιτροπή που θα προκύψει από τις εκλογές θα πρέπει να αντιμετωπίσει με ένα πιο δημιουργικό τρόπο την πράσινη μετάβαση, έτσι ώστε το Green Deal και το Fit for 55 να μη χάσουν τη λαϊκή αποδοχή και συναίνεση που έχουν.». Πρόκειται για τις Οδηγίες για:
- την ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών που αφορά περίπου 1,3 εκατομμύρια κατοικίες στη χώρα μας με κόστος περίπου 25 δισ ευρώ μέχρι το 2035.
- την καθολική απαγόρευση μέχρι το 2040 όλων των καυστήρων και λεβήτων πετρελαίου και φυσικού αέριου, τους οποίους σήμερα επιδοτούμε, και την αντικατάσταση τους με αντλίες θερμότητας με κόστος άλλα 25 δισ. ευρώ.
- την αντικατάσταση μέχρι το 2050, όλων των κλιματιστικών που χρησιμοποιούν ως ψυκτικό μέσο φθόριο ή μείγματά του, και την αγορά κλιματιστικών που χρησιμοποιούν πεντάνιο, με κόστος άγνωστου ύψους.[2]
Διορθώνουν τώρα το ΕΣΕΚ για να μην πέσουν οι δείκτες ανάπτυξης!
Τα σχετικά δημοσιεύματα μιλούν τώρα για πιο «ρεαλιστικούς στόχους» και πιο «συντηρητική πολιτική», ανάλογη με τα δημοσιονομικά περιθώρια της χώρας και τις αντοχές των πολιτών. Σε δημοσίευμα του energypress.gr[3] αναφέρεται ότι οι υπολογισμοί «δείχνουν ότι αν τηρήσουμε κατά γράμμα όλους τους στόχους του ΕΣΕΚ, για ηλεκτροκίνηση, εξοικονόμηση στα κτίρια, μαζικές επιδοτήσεις του παλαιού οικιακού εξοπλισμού με νέο, πολλά έργα στο υδρογόνο και άλλες τεχνολογίες, τότε οι ρυθμοί ανάπτυξης της Ελλάδας θα προσγειωθούν στο 0,6% κατά μέσον όρο μέχρι το 2050!». Για το λόγο αυτό το Κέντρο Ανανεώσιμων Πηγών και Εξοικονόμησης (ΚΑΠΕ) έχει ήδη αναλάβει την επεξεργασία της αναθεώρησης του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το κλίμα (ΕΣΕΚ). Το ΕΣΕΚ που είχε σταλεί το Δεκέμβριο στις Βρυξέλλες προβλέπει το αστρονομικό ποσό των 192 δισ ευρώ, όσο ένα ελληνικό ΑΕΠ, με πολύ μεγάλες επιδοτήσεις για ηλεκτροκίνηση και κτίρια, για την περίοδο 2024-2030, με τα 100 δισ. να είναι για 460.000 οχήματα ως το τέλος της δεκαετίας!
Να σημειώσουμε ότι το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το κλίμα (ΕΣΕΚ) μέχρι στιγμής δεν έχει ποτέ παρουσιαστεί στην κοινωνία και οι όποιες διαβουλεύσεις γίνονται σε κλειστές συσκέψεις με «εθνικούς φορείς» και «άλλα κράτη» (παρ. 1.6 του ΕΣΕΚ). Τα όποια στοιχεία για το περιεχόμενό του αντλούνται από το αναρτημένο Σχέδιο από την Κομισιόν![4] Αυτό δεν είναι μόνο κρίσιμο ζήτημα δημοκρατίας αλλά και ζωτικό θέμα για την κοινωνία που θα πληρώσει τις επενδύσεις!
Καμία «ρεαλιστική στροφή» σε σχέση με τις υποδομές παραγωγής ενέργειας
Είναι πολύ κρίσιμο ότι οι «ρεαλιστική στροφή» της κυβέρνησης δεν περιλαμβάνει τις υποδομές παραγωγής και αποθήκευσης ενέργειας όπως και τα δίκτυα, ό,τι δηλαδή σχετίζεται με «επενδύσεις» και ότι δεν συσχετίζεται η επιβάρυνση των πολιτών με αυτά τα κόστη, ούτε η δυσαρέσκεια από το γεγονός ότι τα έργα ΑΠΕ που ήδη λειτουργούν, σε συνδυασμό με τις μονάδες που έχουν κατακυρώσει ηλεκτρικό «χώρο», ξεπερνούν ήδη τους στόχους για τη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών το 2030.[5] Χαρακτηριστικά ο Υπουργός «Περιβάλλοντος» κ. Σκυλακάκης «Μιλώντας για το μέλλον… τόνισε ότι η αγορά των επενδύσεων ΑΠΕ θα είναι μια αγορά με μεγάλες διακυμάνσεις από τη φύση της. Αν προστεθούν και οι σπασμωδικές αντιδράσεις του κράτους, οδηγούν σε μια χειρότερη πραγματικότητα. Άρα, είναι προτιμότερο το κράτος να βρίσκεται ένα βήμα πίσω και οι επενδυτές να διασφαλίζουν τη βιωσιμότητα της επένδυσης, παρά να κάνει αυτό το ρόλο το κράτος.».[6]
Εν τέλει η κυβέρνηση είναι προσηλωμένη στο στόχο των εξαγωγών ενέργειας με όποιο κόστος μπορεί να έχει αυτό για τη χώρα και τους καταναλωτές. Επιδοτώντας μονάδες φυσικού αερίου για να εξισορροπούν τις μονάδες Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας[7] και αποζημιώνοντας τις περικοπές ενέργειας επειδή η ζήτηση είναι χαμηλή.[8]
Έχουμε φτάσει στο σημείο να επιδοτούνται οι εξαγωγές από τους καταναλωτές, όπως ακούστηκε στο Συνέδριο «5ο Power & Gas Forum»: «Αναλύοντας το κόστος των φωτοβολταϊκών για τους Έλληνες καταναλωτές… κάνοντας μια αναλυτική παρουσίαση των εξαγωγών φωτοβολταϊκών και λαμβάνοντας ως ημέρα αναφοράς την 25η Μαρτίου το μεσημέρι, ο κ. Πετροπουλέας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι για τις συγκεκριμένες ώρες, την συγκεκριμένη ημέρα όπου η χώρα μας εξήγαγε 7.700 μεγαβατώρες, ο Έλληνας καταναλωτής πλήρωσε συνολικά 1.300.000 για τις μεγαβατώρες που εξήχθησαν σε χώρες όπως η Βουλγαρία, η Ρουμανία και η Ουγγαρία…» Και τόνισε: «…Αυτό πρέπει να σταματήσει άμεσα, πρέπει να γίνουν κινήσεις άμεσα, η κατάσταση σε λίγο θα είναι μη αναστρέψιμη. Πρέπει να συζητήσουμε ποιες είναι οι ενεργειακές ανάγκες της χώρας αυτή την στιγμή και πόσα άλλα ΑΠΕ χρειάζονται, ιδιαίτερα φωτοβολταϊκά», επεσήμανε σχετικά. Ο ίδιος ανέφερε, πως δεδομένου ότι το αποτέλεσμα των εξαγωγών είναι αρνητικό και δεν επιφέρει αξία για την χώρα, πρέπει να βρεθούν τρόποι ώστε να μην κατευθύνεται αυτή η ενέργεια στο εξωτερικό.».[9]
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Δρόμος της Αριστεράς», φύλλο 679,
6 Απριλίου 2024
[1] Αντίθετη η Ελλάδα στο νέο στόχο για μείωση των εκπομπών κατά 90% ως το 2040 – Τι δήλωσε ο Βαρελίδης στο χθεσινό συμβούλιο υπουργών, energypress.gr
[2] «Τρομάζει» την κυβέρνηση το επιπλέον κόστος από τις πράσινες ευρωπαϊκές πολιτικές – Απαιτούνται τουλάχιστον 50 δισ. ευρώ νέων εθνικών πόρων, energypress.gr
[3] Η νέα πράσινη κυβερνητική πολιτική «ξαναγράφει» το ΕΣΕΚ – Χαμηλώνει ο πήχης για ηλεκτροκίνηση, κτίρια, νέες τεχνολογίες, για να μην πέσουμε σε σχεδόν μηδενική ανάπτυξη ως το 2050, energypress.gr
[4] Εθνικό Σχέδιο Ενέργειας και Κλίματος, commission.europa.eu
[5] Ενέργεια: Υπερκαλύπτουν τους στόχους του 2030 οι «πράσινες» επενδύσεις, insider.gr
[6] Σκυλακάκης: Γιατί είπαμε όχι στην κλιματική πρόταση της Κομισιόν – Βλέπουμε με κοστοστρεφή τρόπο την ενεργειακή μετάβαση της χώρας, energypress.gr
[7] Το φυσικό αέριο είναι ο κερδισμένος της αναθεώρησης του ΕΣΕΚ – 700 MW παραπάνω και μηχανισμός στήριξης για τις παλαιότερες μονάδες ώστε να μην κλείσουν πρόωρα, energypress.gr
[8] Mόνιμο πλαίσιο για τις περικοπές στην παραγωγή σταθμών ΑΠΕ ετοιμάζει το ΥΠΕΝ – Θα μπούν κριτήρια ιεράρχησης για το «ψαλίδι» – Υπό εξέταση και η καταβολή αποζημιώσεων, energypress.gr
[9] Πετροπουλέας: Τι πληρώνουν οι Έλληνες για τα φωτοβολταϊκά – Μηδενικό το όφελος από τις εξαγωγές, energypress.gr