Στις 22 Οκτωβρίου ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θόδωρος Σκυλακάκης επιτέθηκε σε όσους με ευκολία έχουν υιοθετήσει τις αντιδράσεις σε όλη την Ελλάδα, εναντίον της εγκατάστασης ΑΠΕ, αιολικών αλλά και φωτοβολταϊκών. «Σε μία δημοκρατία είναι πιθανό όλοι να κυβερνήσουν και επομένως είναι ανάγκη, να έχουμε μία ευθύνη για το πώς διαχειριζόμαστε αυτά τα μεγάλα θέματα. Ο πόλεμος κατά των ΑΠΕ είναι λάθος πόλεμος τόνισε στη Βουλή και συνέχισε απευθυνόμενος στην αντιπολίτευση: Εάν όλοι καταπολεμάτε τις ΑΠΕ με το πάθος που τις καταπολεμάτε όλο αυτόν τον καιρό, τότε πού θα τις βάλουμε; στο τέλος το μόνο μέρος που θα βάλουμε ΑΠΕ στην Ελλάδα θα είναι …στο κεφάλι μου. Δεν θα υπάρχει χώρος πουθενά αλλού, διότι όλοι θεωρούν ότι το μέρος που βρίσκονται είναι ιερό… Δεν γίνεται να θέλουμε την Πράσινη Μετάβαση χωρίς ανεμογεννήτριες και χωρίς φωτοβολταϊκά, είπε ο υπουργός, εκτός αν έρθετε και μου πείτε να βάλουμε πυρηνικά στη χώρα, πράγμα το οποίο δεν έχω ακούσει κάποιον να το προτείνει και είναι μια άλλη συζήτηση.».[1]
Ο κ. Σκυλακάκης δεν έχει εντελώς άδικο αφού πράγματι τα κόμματα της αντιπολίτευσης αντιδρούν κατά περίπτωση και αποσπασματικά, ειδικά όταν δουν ότι οι διαμαρτυρόμενοι σε τοπικό επίπεδο είναι πολλοί, χωρίς όμως, να αμφισβητούν το συνολικό μοντέλο ανάπτυξης των έργων ΑΠΕ, έτσι όπως προωθείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα έχουν δηλώσει ότι θα υλοποιούσαν την πράσινη ανάπτυξη καλύτερα και πιο αποτελεσματικά από την κυβέρνηση.
Ωστόσο ο υπουργός αποφεύγει να πει ότι υπάρχουν πολλά που θα μπορούσαν να είχαν γίνει ή που θα μπορούσαν να γίνουν ακόμα και τώρα, έτσι ώστε να μην είχε πληρώσει η χώρα ή να πάψει πλέον να πληρώνει, τόσο μεγάλο περιβαλλοντικό και κοινωνικό τίμημα. Είναι όλα όσα δεν έκαναν οι προηγούμενες και η σημερινή κυβέρνηση και ούτε έχουν στο πολιτικό τους πρόγραμμα τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Κάποια από αυτά άλλες ευρωπαϊκές χώρες τα έχουν κάνει.
Το πολιτικό σύστημα στη χώρα μας θα μπορούσε:
- Να μην έχει παραδώσει, από το 2001, όλα τα δάση και τις δασικές εκτάσεις στις ΑΠΕ.
- Να μην έχει καταρτίσει ένα χωροκατακτητικό Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τις ΑΠΕ, που το 2010 ενίσχυσε με νόμο έτσι ώστε να κυριαρχεί πάνω στον περιφερειακό και τοπικό χωροταξικό σχεδιασμό. Να έχει αναθεωρήσει έγκαιρα το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τις ΑΠΕ, στην πρώτη ή στη δεύτερη ή στην τρίτη 5ετία εφαρμογής του, όπως άλλωστε προβλέπεται από το νόμο, έχοντας αξιολογήσει τα καταστροφικά του αποτελέσματα.
- Να μην έχει υιοθετήσει τον πολιτικό ρόλο του πρωταθλητισμού στην υλοποίηση της «πράσινης μετάβασης» με ό,τι αυτό εμπεριέχει, δηλαδή την αθρόα εγκατάσταση κάθε λογής έργων και την ανάπτυξη των δικτύων μεταφοράς πάνω σε βουνοκορυφές, αγροτική γη και προστατευόμενες περιοχές, υπηρετώντας την τυχοδιωκτική και αμφιβόλου αποτελέσματος πολιτική των εξαγωγών ηλεκτρικού ρεύματος κι ένα μοντέλο-πείραμα «πράσινης μετάβασης» που διαμορφώνεται στην πορεία με πρωτοβουλίες της αγοράς.
Να είχε κάνει γνωστό στην κοινωνία, αντί να την παραπλανά επί πολλά χρόνια κι ακόμα και σήμερα που η επικαιρότητα των περικοπών ενέργειας και της αποθήκευσης δεν μπορεί να το κρύψει:
- Ότι όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής ένωσης δεν εγκαθιστούν έργα αιολικών και φωτοβολταϊκών σε τέτοια έκταση. Οι χώρες της Σκανδιναβίας και της κεντρικής Ευρώπης καλύπτουν τους στόχους τους με υδροηλεκτρικά έργα που ούτως ή άλλως είχαν κατασκευάσει πολύ πριν ξεκινήσει η πολιτική της «πράσινης μετάβασης». Το έχει κάνει η Ισλανδία με τη γεωθερμία και άλλες χώρες, κυρίως η Γαλλία, με τις πυρηνικές τους μονάδες, που έχουν επιβάλλει σήμερα την ένταξή τους στην «πράσινη» παραγωγή.
- Ότι οι ΑΠΕ δεν δημιουργούν αυτάρκεια, ούτε κάνουν το ηλεκτρικό ρεύμα πιο φτηνό, αλλά ότι μετέχουν σε μείγμα παραγωγής ρεύματος μαζί με συμβατικές μονάδες φυσικού αερίου, που σταδιακά δημιουργήθηκαν αντικαθιστώντας λιγνιτικές και πετρελαϊκές μονάδες και ότι ο ρυθμιστής στις τιμές του ρεύματος είναι το φυσικό αέριο με βάση το μοντέλο στόχο (target model).
Να μην έδινε γη και ύδωρ στους μεγαλοεπενδυτές
Να είχε ξεκινήσει δίνοντας προτεραιότητα στην εγκατάσταση μονάδων ΑΠΕ, κυρίως φωτοβολταϊκών στις στέγες ιδιωτικών και δημόσιων κτιρίων και άλλων υποδομών, που όπως αποδεικνύεται από κάποιες μελέτες θα μπορούσαν να καλύψουν ένα πολύ μεγάλο ποσοστό της παραγόμενης ενέργειας από ΑΠΕ.[2] Αυτό θα αποτελούσε πραγματική αποκεντρωμένη παραγωγή, με διεσπαρμένη ωφέλεια στους καταναλωτές και θα δημιουργούσε πολλές νέες θέσεις εργασίας. Αυτό έχουν κάνει πολλές χώρες της Ευρώπης και μάλιστα χωρίς να διαθέτουν τόσο μεγάλο προνόμιο στην απόδοση της ηλιακής ενέργειας όπως διαθέτει η χώρα μας. «Τα εν λόγω έργα ενεργειακού συμψηφισμού (residential , commercial and industrial ) στα υπόλοιπα κράτη μέλη της ΕΕ ξεπερνούν το 60 % των συνολικών εγκατεστημένων / διασυνδεδεμένων στο δίκτυο ΦΒ έργων».[3] Το να επιχειρεί η κυβέρνηση κάτι τέτοιο τώρα που η ζήτηση για ηλεκτρικό ρεύμα είναι κορεσμένη, καθιστά το εγχείρημα εξαιρετικά αμφίβολο και με αμφισβητούμενο όφελος για τους καταναλωτές.
Τι θα μπορούσε να κάνει η κυβέρνηση σήμερα
Η κυβέρνηση σήμερα προσπαθεί να αντισταθμίσει την μειωμένη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας με αύξηση της κατανάλωσης. Αυτό γίνεται είτε με τα μέτρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως είναι η κατάργηση συμβατικών αυτοκινήτων και καυστήρων προκειμένου τα αυτοκίνητα και η θέρμανση να αντικατασταθούν με ηλεκτροκίνητες μηχανές είτε με την προσέλκυση ενεργοβόρων εγκαταστάσεων όπως είναι τα data centers. Παράλληλα προωθεί την περαιτέρω εγκατάσταση νέων μονάδων ΑΠΕ και διαθέτει το μεγαλύτερο μερίδιο των χρηματοδοτήσεων του Ταμείου Ανάκαμψης στην «πράσινη μετάβαση» κι από αυτό το μεγαλύτερο ποσοστό στην κατασκευή νέων δικτύων για να υποστηρίξουν το διεσπαρμένο στο χώρο μοντέλο ανάπτυξης των ΑΠΕ και τις διασυνοριακές συναλλαγές. Σύμφωνα με έκθεση του BloombergNEF (BNEF) οι παγκόσμιες επενδύσεις στα δίκτυα χρειάζεται να ξεπεράσουν τις δαπάνες για τις ΑΠΕ, προκειμένου να επιτευχθούν οι κλιματικοί στόχοι του 2050.[4] Οι «επενδυτές» ζητούν μονότονα την επέκταση των δικτύων μεταφοράς ενέργειας σε περιοχές που οι ίδιοι επιλέγουν για να εγκαταστήσουν τις μονάδες τους και ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του ΑΔΜΗΕ έρχεται να προτείνει την χωροθέτηση των ΑΠΕ με βάση τις δυνατότητες του ηλεκτρικού συστήματος «δεδομένου ότι αυτή τη στιγμή πρώτα κατασκευάζονται οι νέες μονάδες και το δίκτυο «τρέχει» να αναπτυχθεί προκειμένου να τις ικανοποιήσει σε διάφορα σημεία στη γεωγραφία της χώρας».[5] Θεωρούν, επίσης, οι «επενδυτές» αυτονόητο ότι η κυβέρνηση, δηλαδή η κοινωνία, θα πρέπει να τους αποζημιώνει για τα κέρδη που χάνουν από τις περικοπές ενέργειας, ενώ οι ίδιοι σχεδιάζουν τα επόμενα έργα τους που θα επιτείνουν τις συνθήκες υπερπαραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που δεν μπορεί να καταναλωθεί.
Και κανείς δεν σκέπτεται, ούτε η κυβέρνηση, ούτε η αντιπολίτευση, ότι πρέπει να μπει ένα τέλος στο γαϊτανάκι της καταστροφής του τόπου μας με ενεργειακό σχεδιασμό που θα περιλαμβάνει σοβαρά μέτρα ανάσχεσης της επέλασης των ενεργειακών «επενδυτών» και να αποκρούει το ρόλο που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Ένωση σε περιφερειακές χώρες όπως η δική μας.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Δρόμος της Αριστεράς», στο φύλλο 703,
26 Οκτωβρίου 2024
[1] Σκυλακάκης: Που θα βάλουμε τις ΑΠΕ, στο κεφάλι μου;, energypress.gr
[2] Ηγέτιδα στην κατάληψη γης από φωτοβολταϊκούς σταθμούς η Ελλάδα, edromos.gr
[3] Net-Billing; Η αγορά αδημονεί, energypress.gr
[4] BNEF: Οι επενδύσεις στα ηλεκτρικά δίκτυα θα πρέπει να ξεπεράσουν τις δαπάνες για τις ΑΠΕ, energypress.gr
[5] Μανουσάκης (ΑΔΜΗΕ): Χωροθέτηση των ΑΠΕ με βάση τις δυνατότητες του ηλεκτρικού συστήματος για ορθολογική ανάπτυξη της «πράσινης» ενέργειας, energypress.gr